Τρίτη 5 Ιουλίου 2022

Το άρθρο 347, του νομοσχεδίου του ΥΠΠΑΙΘ, που αφορά στις οργανικές θέσεις κληρικών στην Εκκλησία της Ελλάδος

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ ΛΟΙΠΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ 

Άρθρο 347 

Οργανικές θέσεις Κληρικών στην Εκκλησία της Ελλάδος

1. Κληρικοί της κατ’ άρθρο 3 του Συντάγματος Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού είναι οι έχοντες κανονική χειροτονία ενός εκ των τριών βαθμών της ιεροσύνης. 
2. Στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και στις Ιερές Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος συνιστώνται δύο χιλιάδες τριακόσιες έντεκα (2.311) μόνιμες οργανικές θέσεις Εφημερίων, οι οποίες καταλαμβάνονται από Εφημέριους οι οποίοι ήδη μισθοδοτούνται από το Δημόσιο και η απόφαση διορισμού τους έχει δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, συμπεριλαμβανομένων των θέσεων κληρικών που κατανέμονται στο Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων με την υπό στοιχεία ΔΙΠΑΑΔ/Φ.Κ./109/5358/20-4-2022 (Β’ 2138) απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και την απόφαση της Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων περί κατανομής θέσεων μόνιμων κληρικών στις Ιερές Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος (ΑΔΑ: Ψ8ΠΩ46ΜΤΛΗ-5ΟΛ). Οι θέσεις του πρώτου εδαφίου προστίθενται στις υφιστάμενες οργανικές θέσεις Εφημερίων του πρώτου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 15 του α.ν. 536/1945 (Α΄ 226). Οι δαπάνες βρίσκονται εντός του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής. 
3. Με προεδρικό διάταγμα (π.δ.) που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Παιδείας και Θρησκευμάτων, Οικονομικών και Εσωτερικών, κατόπιν γνώμης της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, κατανέμεται ο συνολικός αριθμός των οργανικών θέσεων κληρικών (Αρχιεπισκόπου Αθηνών, Μητροπολιτών, Βοηθών Επισκόπων, Εφημερίων, Ιεροκηρύκων και Διακόνων) και εκκλησιαστικών υπαλλήλων στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών, στις Ιερές Μητροπόλεις και στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος. Η γνώμη της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου (Δ.Ι.Σ.) της Εκκλησίας της Ελλάδος διατυπώνεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη γνωστοποίηση του σχετικού θέματος στην Δ.Ι.Σ.. Εάν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου, το προεδρικό διάταγμα εκδίδεται χωρίς αυτήν. Οι υπηρετούντες, κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος, στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και στις Ιερές Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος, Βοηθοί Επίσκοποι, Εφημέριοι, Διάκονοι, Ιεροκήρυκες και εκκλησιαστικοί υπάλληλοι, οι οποίοι μισθοδοτούνται από το Δημόσιο, καταλαμβάνουν αυτοδικαίως την αντίστοιχη οργανική θέση που κατανέμεται με το π.δ. του πρώτου εδαφίου. Ο οικείος Μητροπολίτης υποχρεούται, εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του π.δ., να εκδώσει τις σχετικές διαπιστωτικές πράξεις οι οποίες κοινοποιούνται στη Διεύθυνση Θρησκευτικής Διοίκησης του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. Τα προηγούμενα εδάφια εφαρμόζονται και στους κληρικούς των Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλάδος, οι οποίοι, κατά τον χρόνο έναρξης ισχύος του παρόντος, υπηρετούν ως αποσπασμένοι στο Οικουμενικό Πατριαρχείο ή σε ένα (1) εκ των άλλων Πρεσβυγενών Πατριαρχείων ή στην Ιερά Αρχιεπισκοπή του Σινά χωρίς να απαιτείται για την συνέχιση της απόσπασης, αίτηση του ενδιαφερομένου, σύμφωνη γνώμη του οικείου Μητροπολίτη και απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος. 
4. Με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται μετά από πρόταση των Υπουργών Παιδείας και Θρησκευμάτων, Οικονομικών και Εσωτερικών και γνώμη της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος καθορίζονται η κατηγορία εκπαίδευσης και η ειδικότητα των θέσεων εκκλησιαστικών υπαλλήλων που μισθοδοτούνται από το Δημόσιο. 
5. Οι οργανικές θέσεις κληρικών και εκκλησιαστικών υπαλλήλων καλύπτονται με τη διαδικασία και τις προϋποθέσεις που προβλέπουν οι κείμενες διατάξεις και τα πρόσωπα που τις καταλαμβάνουν μισθοδοτούνται από το Δημόσιο. 
6. Για την κάλυψη οργανικής θέσης Εφημερίων και Διακόνων απαιτείται ως ελάχιστο τυπικό προσόν το οριζόμενο στο άρθρο 140 του ν. 4823/2021 (Α΄ 136). Για την κάλυψη οργανικής θέσης Ιεροκηρύκων απαιτείται πτυχίο της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης ή Ορθόδοξης Θεολογικής Σχολής ή πτυχίο του Προγράμματος Ιερατικών Σπουδών των Ανώτατων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών (Α.Ε.Α.). Για την κάλυψη οργανικής θέσης Μητροπολίτη και βοηθού Επισκόπου απαιτείται ως ελάχιστο τυπικό προσόν το οριζόμενο στην περ. γ) της παρ. 1 του άρθρου 18 του ν. 590/1977 (Α΄ 146) με την επιφύλαξη της παρ. 4 του ίδιου άρθρου. Δεν καταλαμβάνουν οργανική θέση Εφημερίων, Διακόνων και Ιεροκηρύκων όσοι: α) εμπίπτουν στην περ. ζ) της παρ. 1 του άρθρου 18 του ν. 590/1977 και β) έχουν καταδικασθεί αμετάκλητα για τα αδικήματα που αναφέρονται στην παρ. 14 του παρόντος και για τα οποία απαιτείται αντίγραφο ποινικού μητρώου δικαστικής χρήσης, πέραν των κωλυμάτων που ορίζονται από τους Ιερούς Κανόνες και τους Κανονισμούς της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος. 
7. Με απόφαση του οικείου Μητροπολίτη μπορεί να κατανέμονται οι οργανικές θέσεις των Εφημερίων και Διακόνων του π.δ. της παρ. 3, εφόσον αυτές κενωθούν, μεταξύ ενοριών εντός της οικείας Μητρόπολης. Με απόφαση του οικείου Μητροπολίτη οι Εφημέριοι και οι Διάκονοι μπορούν να καλύπτουν τις λατρευτικές, τις ποιμαντικές και τις προνοιακές ανάγκες και άλλων ιερών ναών. 
8. Η πλήρωση των οργανικών θέσεων των Εφημερίων, Διακόνων, Ιεροκηρύκων και εκκλησιαστικών υπαλλήλων υπόκειται στη διαδικασία που προβλέπουν οι διατάξεις για τον ετήσιο προγραμματισμό ανθρώπινου δυναμικού της Δημόσιας Διοίκησης. Ειδικά για τον διορισμό σε θέση εκκλησιαστικού υπαλλήλου εφαρμόζεται ο ν. 4765/2021 (Α΄ 6). 
9. Η μετατροπή και η μεταφορά κενών οργανικών θέσεων Εφημερίων, Διακόνων, Ιεροκηρύκων και εκκλησιαστικών υπάλληλων μεταξύ Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλάδος πραγματοποιείται με νόμο, κατόπιν σύμφωνης γνώμης των οικείων Μητροπολιτών και απόφασης της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος. Για την κατανομή τους, εκδίδεται προεδρικό διάταγμα κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 3 χωρίς να απαιτείται η σχετική γνώμη της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος. 
10. Η μεταβολή του αριθμού των ενοριών ή των Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλάδος ή των ορίων αυτών δεν μεταβάλλει τον συνολικό αριθμό των οργανικών θέσεων του προεδρικού διατάγματος της παρ. 3, πλην της αυτοδίκαιης σύστασης θέσης Μητροπολίτη σε περίπτωση ίδρυσης νέας Ιεράς Μητρόπολης. 
11. Κληρικός της Εκκλησίας της Ελλάδος που εκλέγεται βοηθός επίσκοπος από την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος χωρίς να υφίσταται αντίστοιχη κενή οργανική θέση, λαμβάνει μόνο τις αποδοχές της θέσης από την οποία προέρχεται. 
12. Οι Ιερές Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος μπορούν να προσλαμβάνουν κληρικούς με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου για την κάλυψη λατρευτικών, ποιμαντικών και προνοιακών αναγκών καθώς και εκκλησιαστικούς υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, ορισμένου ή αορίστου χρόνου, ή με σύναψη σύμβασης έργου. Η πρόσληψη των κληρικών και η παροχή υπηρεσιών ή έργου των εκκλησιαστικών υπαλλήλων του πρώτου εδαφίου δεν γεννά καμία έννομη σχέση εξαρτημένης εργασίας, σύμβασης έργου ή άλλης εξάρτησης, ή υποχρέωση ή ευθύνη του Δημοσίου και υπόχρεες για την καταβολή των αποδοχών τους είναι αποκλειστικά οι Ιερές Μητροπόλεις εξ ιδίων πόρων. Οι κληρικοί της παρούσας δεν επιτρέπεται να μετέχουν στα Μητροπολιτικά και Εκκλησιαστικά Συμβούλια. 
13. Όπου στην κείμενη νομοθεσία απαντάται ο όρος «μόνιμη οργανική θέση» ή «οργανική θέση» Μητροπολιτών, Βοηθών Επισκόπων, Ιεροκηρύκων, Εφημερίων, Διακόνων και εκκλησιαστικών υπαλλήλων της Εκκλησίας της Ελλάδος, νοείται αποκλειστικά και μόνο η οργανική θέση που συστάθηκε με νόμο ή προεδρικό διάταγμα και κατανέμεται με το προεδρικό διάταγμα της παρ. 3. 
14. Οι κληρικοί των Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλάδος που μισθοδοτούνται από το Δημόσιο και σε βάρος των οποίων ασκήθηκε ποινική δίωξη για κακούργημα ή για τα ακόλουθα αδικήματα, λαμβάνουν το πενήντα τοις εκατό (50%) των αποδοχών τους με πράξη του εκκαθαριστή αποδοχών: α) κλοπή, υπεξαίρεση (κοινή και στην υπηρεσία), απάτη, εκβίαση, πλαστογραφία, δωροδοκία, απιστία περί την υπηρεσία, παράβαση καθήκοντος, συκοφαντική δυσφήμηση, οποιοδήποτε έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας ή έγκλημα οικονομικής εκμετάλλευσης της γενετήσιας ζωής, σωματική βλάβη εμβρύου ή νεογνού, τα αδικήματα του ν. 3500/2006 (Α’ 232) για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας, αρπαγή ανηλίκων, παράνομη κατακράτηση, παράνομη βία, αυτοδικία, απειλή, διατάραξη θρησκευτικών συναθροίσεων, β) βία κατά υπαλλήλων και δικαστικών προσώπων, αθέμιτη επιρροή σε δικαστικούς λειτουργούς, διατάραξη της λειτουργίας υπηρεσίας, διατάραξη δικαστικών συνεδριάσεων, απείθεια, στάση, αντιποίηση, παραβίαση σφραγίδων που έθεσε η αρχή, παραβίαση φύλαξης της αρχής, γ) διέγερση σε ανυπακοή, διέγερση σε διάπραξη εγκλημάτων, βιαιοπραγίες ή διχόνοια, πρόσκληση και προσφορά για την τέλεση εγκλήματος, εγκληματική οργάνωση, τρομοκρατικές πράξεις-τρομοκρατική οργάνωση, αξιόποινη υποστήριξη, διατάραξη κοινής ειρήνης, απειλή διάπραξης εγκλημάτων, διασπορά ψευδών ειδήσεων, προσβολή συμβόλων ή τόπων ιδιαίτερης εθνικής ή θρησκευτικής σημασίας, δ) τα αδικήματα του ν. 927/1979 (Α΄ 139), ε) προσηλυτισμό του άρθρου 4 του α.ν. 1363/1938 (Α΄305). Μετά την άσκηση της ποινικής δίωξης εκκινεί αμελλητί η διαδικασία παραπομπής των κληρικών στα αρμόδια εκκλησιαστικά δικαστήρια και μέχρι την έκδοση της τελεσίδικης απόφασης των εκκλησιαστικών δικαστηρίων τελεί σε αναστολή η εγγραφή τους στο μητρώο θρησκευτικών λειτουργών του άρθρου 14 του ν. 4301/2014 (Α’ 223) σε συνδυασμό με το άρθρο 47 του ν. 4559/2018 (Α’ 142). 
15. Στους κληρικούς των Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλάδος, εφόσον απαλλαγούν με αμετάκλητη δικαστική απόφαση, τους αποδίδεται το υπόλοιπο πενήντα τοις εκατό (50%) των αποδοχών τους εντόκως σύμφωνα με το άρθρο 45 του ν. 4607/2019 (Α’ 65) για τις οφειλές του Δημοσίου, κατόπιν σχετικής αίτησής τους στον οικείο εκκαθαριστή αποδοχών. Ο τόκος οφείλεται από την έκδοση της σχετικής πράξης περικοπής της μισθοδοσίας κατ’ εφαρμογή της παρ. 14 μέχρι την πλήρη και ολοσχερή εξόφληση. 
16. Στους κληρικούς των Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλάδος, εφόσον καταδικαστούν με αμετάκλητη δικαστική απόφαση για τα αδικήματα που αναφέρονται στην παρ. 14 διακόπτεται η μισθοδοσία τους και εκδίδεται διαπιστωτική πράξη κένωσης της οργανικής θέσης που κατέχουν. 
17. Ο Εισαγγελέας ο οποίος ασκεί την ποινική δίωξη, ενημερώνει παραχρήμα την οικεία Ιερά Μητρόπολη και τη Διεύθυνση Θρησκευτικής Διοίκησης του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων ότι ασκήθηκε ποινική δίωξη για κακούργημα ή για τα αδικήματα της παρ.14. Η Γραμματεία του ποινικού Δικαστηρίου το οποίο εκδίδει την αμετάκλητη δικαστική απόφαση της παρ. 16, ενημερώνει παραχρήμα την οικεία Ιερά Μητρόπολη και τη Διεύθυνση Θρησκευτικής Διοίκησης του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. 
18. Η υπηρεσιακή και μισθολογική κατάσταση των υπηρετούντων κληρικών και εκκλησιαστικών υπαλλήλων δεν θίγεται. Αυτοί συνεχίζουν να υπηρετούν χωρίς διακοπή και καμία μεταβολή στην υπηρεσιακή και μισθολογική τους κατάσταση στις ίδιες θέσεις που κατέχουν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος. Τα εδάφια πρώτο και δεύτερο εφαρμόζονται και στους κληρικούς των Ιερών Μητροπόλεων της Εκκλησίας της Ελλάδος, οι οποίοι κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος υπηρετούν ως αποσπασμένοι στο Οικουμενικό Πατριαρχείο ή σε ένα (1) εκ των άλλων Πρεσβυγενών Πατριαρχείων ή στην Ιερά Αρχιεπισκοπή του Σινά, χωρίς να απαιτείται για τη συνέχιση της απόσπασης, αίτηση του ενδιαφερομένου, σύμφωνη γνώμη του οικείου Μητροπολίτη και απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος. 
19. Υπάλληλοι μόνιμοι ή αορίστου χρόνου που ανήκουν σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης και έχουν χειροτονηθεί μέχρι την έναρξη ισχύος του παρόντος ή χειροτονούνται διάκονοι ή πρεσβύτεροι δικαιούνται απόσπασης στην οικεία Μητρόπολη. Η απόσπαση διενεργείται κατόπιν αίτησης του υπαλλήλου και σύμφωνης γνώμης του οικείου Μητροπολίτη, με κοινή απόφαση των αρμοδίων οργάνων του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων και του κατά περίπτωση Υπουργείου, με διάρκεια ενός (1) έτους και δυνατότητα παράτασης αποκλειστικά έως άλλα δύο (2) έτη. Η μισθοδοσία των αποσπασμένων υπαλλήλων καλύπτεται από τον φορέα προέλευσης. Μετά τη λήξη της απόσπασης ή της παράτασής της, οι υπάλληλοι αυτοί δικαιούνται, κατόπιν αίτησής τους, μετάταξης στην οικεία Μητρόπολη της Εκκλησίας της Ελλάδας και λαμβάνουν τις αποδοχές της νέας τους θέσης. Η κατά τα ως άνω μετάταξη διενεργείται, κατόπιν σύμφωνης γνώμης του οικείου Μητροπολίτη και της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος με κοινή απόφαση των αρμοδίων οργάνων των Υπουργείων Παιδείας και Θρησκευμάτων, Οικονομικών, Εσωτερικών και του οικείου Υπουργείου, περίληψη της οποίας δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σε κενή οργανική θέση ή, εφόσον δεν υφίσταται τέτοια, σε προσωποπαγή θέση που συνιστάται με την απόφαση μετάταξης, στον φορέα υποδοχής. Η προσωποπαγής θέση καταργείται με την με οποιονδήποτε τρόπο αποχώρησή τους. Η αίτηση για μετάταξη υποβάλλεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας έξι (6) μηνών από τη λήξη της απόσπασης ή της παράτασής της. Για την απόσπαση ή τη μετάταξη των προηγουμένων εδαφίων δεν απαιτείται γνώμη του οικείου υπηρεσιακού συμβουλίου του φορέα προέλευσης. 
20. Με προεδρικό διάταγμα (π.δ.) που εκδίδεται με πρόταση των Υπουργών Παιδείας και Θρησκευμάτων, Οικονομικών και Εσωτερικών μπορεί να καταργούνται υφιστάμενες διατάξεις που προβλέπουν τη σύσταση, κατανομή, ανακατανομή, μετατροπή ή μεταφορά οργανικών θέσεων Εφημερίων, Διακόνων, Ιεροκηρύκων, Βοηθών Επισκόπων και εκκλησιαστικών υπαλλήλων στην Εκκλησία της Ελλάδος (Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας), στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και στις Ιερές Μητροπόλεις της Εκκλησίας της Ελλάδος, με ταυτόχρονη σύσταση ισάριθμων αντίστοιχων μόνιμων οργανικών θέσεων. Για την κατανομή τους, εκδίδεται π.δ. κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 3 ύστερα από γνώμη της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία διατυπώνεται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τη γνωστοποίηση του σχετικού θέματος στην Δ.Ι.Σ.. Εάν παρέλθει άπρακτη αυτή η προθεσμία, το π.δ. κατανομής εκδίδεται χωρίς τη γνώμη αυτή.

Δεν υπάρχουν σχόλια: