Σάββατο 12 Αυγούστου 2017

Στὴν Παναγία προστρέχουμε μὲ θάρρος, ὅπως στὴ μητέρα μας.

«Καί ποῦ λοιπόν ἄλλην εὑρήσω ἀντίληψιν; ποῦ προσφύγω; ποῦ δὲ καὶ σωθήσομαι; τίνα θερμήν ἕξω βοηθόν;... Εἰς σὲ μόνην ἐλπίζω, καὶ θαῤῥῶ καὶ καυχῶμαι καὶ προστρέχω τῇ σκέπῃ σου· σῶσόν με». Μέσα στὴν ἐπίγνωση τῆς ἀναξιότητάς μας μαζὶ μὲ τὸν ὑμνωδό, πιστὸ βασιλέα, μοναχὸ Θεόδωρο, ποιητὴ τοῦ Μεγάλου Κανόνος, καταφεύγουμε ὅλοι μας, ὅλοι οἱ ἐμπερίστατοι καὶ κατατρυχόμενοι ἀπὸ τὰ βιοτικὰ βάσανα πιστοί, στὴν πρεσβεία τῆς Κυρίας μας Θεοτόκου πρὸς τὸν Υἱὸ καὶ Θεό της. Καὶ τοῦτο γιατὶ γνωρίζουμε, ὅτι ἡ Παναγία συνδέεται μὲ μιὰ εἰδικὴ σχέση μὲ τὸν Χριστό, τὸν Θεὸ καὶ Σωτήρα τοῦ κόσμου, τὴ σχέση τῆς μητρότητος. Τὴν ὁμολογοῦμε ὡς «ἀληθῆ Θεοτόκον», καταφάσκοντες, ἔτσι, τὸ σχετικὸ δόγμα τῆς Τρίτης καὶ Τετάρτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, δηλαδὴ μητέρα τοῦ Θεοῦ ποὺ μπορεῖ καὶ τὸ θέλει ἀπὸ ἀμέτρητη συμπάθεια, νὰ μεσιτεύει στὸν εὔσπλαγχνο Υἱό της γιὰ ὅλους μας.