Τετάρτη 15 Ιουλίου 2015

Οι Άγιοι των Καρδαμύλων της αγιοτόκου Χίου (Πόπης Χαλκιά-Στεφάνου)

Στα βορειοανατολικά κράσπεδα της ηρωïκής και μυροβόλου νήσου Χίου – που ευωδιάζει όχι μόνον από το άρωμα των λεμονανθών, των γιασεμιών και των διατσίντων, αλλά κυρίως από το θυμίαμα των Αγίων και Μαρτύρων της – η ιστορική κωμόπολη των Καρδαμύλων ανέδειξε, με μια χρονική απόσταση ενός περίπου αιώνα, δύο φωτεινούς Ααστέρες της Ορθοδοξίας, οι Οποίοι κοσμούν το Πάνθεον των Αγίων της και με τη βιοτή Τους αγίασαν τα μυρωμένα χώματά της.:
(α) τον Όσιον Νικηφόρο τον Χίο ή Καρδαμύλιο (1750 - 1821) και 
(β) τον Όσιον Άνθιμο της Χίου ή Βαγιάνο (1869 - 1960).

Ο ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ Ο ΧΙΟΣ
Ή ΚΑΡΔΑΜΥΛΙΟΣ (1750 - 1821)



Ο Όσιος Νικηφόρος Γεώργιος ή Γιώργος γεννήθηκε στα Καρδάμυλα της Χίου το έτος 1750 από ευσεβείς κι εναρέτους γονείς, από τους οποίους έλαβε χριστιανική ανατροφή και παιδεία. Σε πολύ μικρή ηλικία αρρώστησε από τύφο και κινδύνεψε να πεθάνει. Οι γονείς του τότε τον έταξαν, όταν γίνει καλά, να υπηρετήσει την Παναγία τη Νεαμονήτισσα. Έτσι, όταν η υγεία του μικρού αποκαταστάθηκε, τον αφιέρωσαν στη Παναγία. Προσκολλήθηκε κι εμαθήτευσε κοντά στον αξιοσέβαστο Γέροντα Άνθιμο τον Αγιοπατερίτη.

Από μικρός ο Νικηφόρος - που τη νίκη κατά των αλλοδόξων έφερε το όνομά του - ήταν υπόδειγμα σοβαρού και χρηστού παιδιού. Ήταν ευφυής και επιμελής. Η Αδελφότητα της Μονής, που διέκρινε κι εκτίμησε τα πνευματικά του χαρίσματα τον έστειλε στη φημισμένη τότε Σχολή της πόλεως Χίου, για να μορφωθεί περισσότερο. Εκεί, διδάχθηκε τα Ιερά Γράμματα από τον ιεροδιδάσκαλο Γαβριήλ Αστακάρη και από τον Ιεροκήρυκα Ιάκωβο Μαύρο. Η ιδιαίτερη αγάπη του προς τα Ιερά Γράμματα και η χριστιανική του πίστη τον οδήγησαν κοντά σε δύο μεγάλες μορφές της Παιδείας και της Εκκλησίας την εποχή εκείνη, τον Αθανάσιο τον Πάριο και τον Μακάριο Νοταρά.

Μετά την αποφοίτησή του από την Σχολή της Χίου ο Νικηφόρος επέστρεψε στη Νέα Μονή και χειροτονήθηκε Διάκονος. Παράλληλα προσλήφθηκε από την ίδια Σχολή ως διδάσκαλος, όπου υπηρέτησε αρκετά χρόνια.

Το έτος 1802 κλήθηκε από την πολιτεία να αναλάβει την Ηγουμενεία της Νέας Μονής, γιατί οι Νεαμονίτες μοναχοί που διαχειρίζονταν πλημμελώς τα οικονομικά της Μονής κι επειδή δεν είχαν τη δυνατότητα να πληρώσουν το πρόστιμο των 600.000 γροσίων που τούς επεβλήθη, αναγκάστηκαν να πωλήσουν νεαμονήτικα κτήματα. Αυτό έκανε τους πολίτες να υποπτευθούν κακή διαχείριση των οικονομικών· για τούτο αποτάνθηκαν στον Νικηφόρο, που υπηρετούσε ακόμη τότε στη Σχολή της Χίου, να αναλάβει την Ηγουμενεία της Μονής, με την υποχρέωση να θεσπίσει ετήσιο έλεγχο της μοναστηριακής λογοδοσίας από τη Δημογεροντία.

Παρότι ο Νικηφόρος δεν είχε ποτέ ασχοληθεί με τα οικονομικά, προσπάθησε να συμβιβάσει όλες τις δυσκολίες με μετριοφροσύνη και ευθυκρισία. Ταυτόχρονα δεν παρέλειψε να αναλάβει ο ίδιος την τακτική διδασκαλία των μοναχών, όχι μόνον στα Ιερά Γράμματα, αλλά εφρόντισε και για τη σωτήρια εκπλήρωση των Λόγων του Ευαγγελίου και για την ανύψωση του ηθικού φρονήματος των μοναχών, πρωτίστως με το δικό του ζηλευτό παράδειγμα. Εδίδασκε και εβίωνε όλες τις χριστιανικές αρετές, προσπαθώντας πάντοτε να επιφέρει την αριστείδειο τελειότητα.
Η παλαίφατη Νέα Μονή της Χίου

Καταφύγιο στη Μονή του Ρεστά

Πολύ γρήγορα όμως κουράστηκε από την αγνωμοσύνη του περίγυρου, παρά τους κόπους και τους μόχθους του, και αποχώρησε από την Ηγουμενεία πριν εκπνεύσει η διετής θητεία του.

Ιδεολόγος και οραματιστής ο Νικηφόρος δε μπορούσε να κάνει συμβιβα-σμούς στην πίστη και στα καθήκοντα του· δε μπορούσε να διοικήσει το τα-ραγμένο από τις θύελλες και καταιγίδες σκάφος της Μονής.

Έτσι, δραπετεύει από τις επάλξεις της Μονής και καταφεύγει στο δικό του απάνεμο λιμάνι της αρετής. Εγκαταβιώνει στη Μονή του Αγίου Γεωργίου του Ρεστά, όπου παραμένει εκεί επί μία εικοσαετία με συμμοναστές τον Ιωσήφ από τα Άγραφα, τον Νείλο τον Καλόγνωμο και πολύ μετέπειτα με τον Αθανάσιο τον Πάριο. 

Στη Μονή του Ρεστά ο Νικηφόρος ασχολείται τώρα με το κτήμα, που το βελτιώνει, φυτεύει πεύκα και ελαιόδενδρα, συκιές και κυπαρίσσια· κι επειδή το χώμα είναι καλό και το μέρος υπήνεμο με άφθονο νερό, δημιουργεί φυτώριο. Από εκεί περιέρχεται τα χωριά και μοιράζει δενδρύλια στους χωρικούς, προτρέποντάς τους στη δενδροφυτεία και δίνοντας ευχές και ιδιαίτερες ευλογίες σε όσους φυτεύουν καινούργια δένδρα. Ακόμη, για να δώσει κίνητρα για τη δενδροφύτευση, πωλεί τα πατρικά του κτήματα στα Καρδάμυλα και μοιράζει τα χρήματα αυτά ως αμοιβή σε όσους φυτεύουν ελαιόδενδρα, όχι μόνον στη γενέτειρά του, αλλά και σε άλλα χωριά του νησιού. 

Η Παράδοση αναφέρει ότι, όταν κάποτε ένας χριστιανός πήγε στον Ιερομόναχο Νικηφόρο να εξομολογηθεί και τού εμπιστεύθηκε ότι λόγω ασθενείας δε μπόρεσε να νηστέψει τις αναγκαίες ημέρες της νηστείας, ο θεοσέβαστος εξομολόγος τού επιβάλει «αντί της κανονικής νηστείας και των γονυκλισιών να φυτέψη ελαιόδενδρα». Αυτά ήταν τις περισσότερες περιπτώσεις τα επιτίμια των εξομολογουμένων. Τη δενδροφύτευση ελαιών και πευκών όριζε ως «Κανόνα» για τις αμαρτίες των χριστιανών, ώστε η ενέργειά τους αυτή να αποβαίνει ευεργέτημα για την πατρίδα.

Ο Ηγούμενος Νικηφόρος είναι ακόμη ακούραστος σε έργα κοινωνικής αγάπης και συμπαράστασης στον σκληρά χειμαζόμενο από τον κατακτητή λαό. Πολύ τακτικά επισκέπτεται την πόλη της Χίου ή περιέρχεται τα χωριά, για να κηρύξει τον Λόγο του Θεού και να στεγνώσει τα δάκρυα των απελπισμένων. Με την ακατάβλητη αγάπη του στηρίζει τους πιστούς, βοηθεί τους ασθενείς, συντρέχει τους πονεμένους και αναξιοπαθούντες, ελεεί τους φτωχούς με τα χρήματα που κατά κατά καιρούς συγκεντρώνει, ενώ ο ίδιος παραμένει πάντα φτωχός· γιατί παραδειγματικά περιφρονεί τα μάταια και πρόσκαιρα αγαθά του κόσμου τούτου· γιατί ο ίδιος ζει βίον «απράγμονα και λιτόν», χωρίς ποτέ να έχει ούτε αγρόν, ούτε υποζύγιον δικό του· βιώνει απαρέγκλιτα τον ευαγγελικό τρόπο βοήθειας «μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου»· όπως ευαγγελική είναι και ζωή του. Ζει μόνο με την ελπίδα του Ουρανού.

Επισκευάζει, ακόμη, το ερημητήριό του στα Ρεστά και το μετατρέπει σε κέντρο αγιότητας και φιλεσπλαχνίας, όπου καθημερινά πλήθος ευσεβών προσκυνητών συρρέει, για να εξομολογηθεί, να ζητήσει βοήθεια και να ακούσει τα ρήματα του Θείου Λόγου από το στόμα τού σεβάσμιου ιερέα. Στον μεγάλο ασκητή και φιλάνθρωπο Νικηφόρο προστρέχουν σε περίοδο παρατεταμένης ανομβρίας οι συμπατριώτες του Καρδαμύλιοι, για να τον παρακαλέσουν να προσευχηθεί στον Εξουσιαστή του Σύμπαντος να τούς λυπηθεί και να στείλει την ευεργετική βροχή· και με τις παρακλήσεις του αγιασμένου Πατέρα ανοίγουν οι κρουνοί του Ουρανού. 

Το συγγραφικό του έργο 

Ζηλωτής των λογίων της εποχής του Μακαρίου του Νοταρά και Αθανασίου Παρίου, εργάζεται άοκνα στον Αμπελώνα του Κυρίου, διδάσκοντας και διαφωτίζοντας το διψασμένο ποίμνιό του. Ομοίως και το συγγραφικό του έργο υπήρξε σημαντικό. Πολύτιμη είναι η προσφορά του μέσα από το βιβλίο που τελειώνει και εκδίδει το 1804, στο οποίο αναφέρεται η ιστορία της Νέας Μονής με πολύ καλή περιγραφή του Καθολικού και η Ακολουθία των Αγίων Πατέρων, Νικήτα, Ιωάννη και Ιωσήφ. Το βιβλίο εκδίδεται στη Βενετία με έξοδα της Νέας Μονής. 

Το έτος 1819 εκδίδει στη Βενετία το «Νέο Λειμωνάριο» με τους βίους των Νεομαρτύρων Αγίων, Θεοφίλου, Μάρκου του Νέου, Αγγελή, των γυναικών Αγίων Μαρκέλλας και Ματρώνας, άλλων Χίων Αγίων και των Αγίων που διέλαμψαν στο νησί με Χαιρετισμούς, Ασματικές Ακολουθίες, Ύμνους και Ιδιόμελα. Στο Αξιολογώτατο αυτό πόνημα του Νικηφόρου, που παρέλαβε ημιτελές από τον Μακάριο τον Νοταρά και ολοκλήρωσε ο ίδιος, φαίνεται με σαφήνεια και ένθερμο ενθουσιασμό η άμετρη αγάπη του προς την Εκκλησία και το σκλαβωμένο Γένος.

Στο υπ' αριθμό 233 Κώδικα της Βιβλιοθήκης Καλύβα σώζεται η «Ακολουθία του εν Αγίοις πατρός ημών Μακαρίου Αρχιεπισκόπου Κορίνθου πονηθείσα παρά του Νικηφόρου του Χίου».

Ανεκτίμητη υπήρξε η φιλοπονία του Νικηφόρου, με την οποία σύναξε και διατήρησε τα κειμήλια της Νέας Μονής και τα χρυσόβουλλα των αυτοκρατόρων, που με τα πενιχρά του μέσα κατέγραψε, ώστε να φθάσουν μέχρι τις ημέρες μας. Για την εργασία αυτή είχε ως πολύτιμο βοήθημα τη βιογραφία των τριών Πατέρων της Μονής Νικήτα, Ιωάννη και Ιωσήφ, που ήταν γραμμένη σε παλαιά γλώσσα, χωρίς να αναφέρεται ο συγγραφέας της βιογραφίας. Αυτό το πόνημα του Νικηφόρου διασκεύασε και συμπλήρωσε ο νεαμονίτης Χίος μοναχός Γρηγόριος ο Φωτεινός στα «Νεαμονήσια» το 1865.

Ωστόσο, παρά τα πολλά χρόνια που συσωρεύτηκαν στο ασκητικό σώμα του αγαθού λευΐτη του Κυρίου, ο ακαταπόνητος Νικηφόρος συνεχίζει τις ιεραποστολικές του περιοδείες στα χωριά του νησιού. Μια σύντομη και αδιευκρίνιστη ασθένεια τον κατέλαβε κατά την επιστροφή του από μια περιοδεία, ενώ είχε σταματήσει στο σπίτι της αδελφής του Μπουκεμέλαινας στα Γναφαριά της Αγίας Παρασκευής, κοντά στη θάλασσα. Εκεί, παρέδωσε ειρηνικά το πνεύμα του στον Πλάστη και Δημιουργό, που με τόση αφοσίωση και αγάπη υπηρέτησε ολόκληρη τη ζωή του την 1η Μαΐου του έτους 1821. Κατά άλλη εκδοχή ο Όσιος «εκοιμήθη» το θέρος του 1820. 

Το σεπτό Λείψανό του μεταφέρθηκε και τάφηκε στη Μονή του Ρεστά, εκεί όπου προηγουμένως αναπαυόταν ο διδάσκαλος Αθανάσιος ο Πάριος.

Μετά από προειδοποίηση με όνειρο στον μοναχό Αγαθάγγελο γίνεται η Ανακομιδή των Ιερών Του Λειψάνων, τα οποία μεταφέρθηκαν αρχικά στη Μητρόπολη της πόλεως Χίου από τον Μητροπολίτη Χίου Σωφρόνιο τον Βυζάντιο (1839-1855) και μετέπειτα Πατριάρχη Αλεξανδρείας. Μετά από πολλά χρόνια η Συντεχνία Βυρσοδεψών Χίου, στην οποία ο Ναός και το κτήμα του Ρεστά ανήκει, τοποθέτησαν και φύλαξαν με βαθύτατο σεβασμό κι αγάπη τα Λείψανα του Οσίου σε κλειστό κιβώτιο στο Άγιο Βήμα του Αγίου Γεωργίου του Ρεστά..

Από την Παράδοση είναι γνωστό ότι ο Ιερομόναχος Νικηφόρος ήταν μετρίου αναστήματος, χλωμός την όψη, μειλίχιος, με μεγάλα μάτια και πλούσια γένια.

Ο Όσιος Νικηφόρος υπήρξε ιδεώδης τύπος λογίου μοναστού, που καθοδήγησε τον λαό της Χίου στην πνευματική ζωή με την άφθαρτη λαμπάδα της χριστιανικής του πίστης και τον φώτισε, με το ιεραποστολικό και συγγραφικό του έργο, που χωρίζεται σε ιστορικό και υμνολογικό, ώστε να μην τον καταλάβει το σκότος της λήθης. Διήνυσε τη ζωή του με νηστεία, προσευχή και μελέτη. Πρωτοστάτησε σε κάθε κοινωφελή και φιλάνθρωπη δράση. Φρόντισε η ζωή του στη γη να είναι χρήσιμη και ωφέλιμη. Υπήρξε ευλογημένος μεταξύ των συμπατριωτών του και στήριγμα της Εκκλησίας. Έπραξε ό,τι έπραξαν όλοι οι Ιεράρχες σε ευρύ κύκλο. Αποχώρησε πολύ ενωρίς από τη κοσμική δόξα, αγκυροβολώντας στο ασφαλές λιμάνι της πίστης και της παιδείας. Από τον Θεό αντλούσε ακατάβλητη δύναμη κι επανερχόταν στους ανθρώπους, για να ενστα-λάξει στις καρδιές τους το χριστιανικό βάλσαμο και το κύρος της αγιοτάτης ζωής του. Καταξιώθηκε στις συνειδήσεις των πιστών και με τα θαύματα που ακόμη και εν ζωή επετέλεσε.

Η Εκκλησία τίμησε τον ασκητή και μεγάλο αγωνιστή της πίστης μας για την ασκητική βιοτή Του και τη θεάρεστη προσφορά Του και Τον κατέταξε στους Οσίους. Η μνήμη Του τιμάται την 1η Μαΐου. Ανάγλυφη μαρμάρινη λάρνακα με σιδερένιο κιγκλίδωμα κατασκεύασε η Συντεχνία Βυρσοδεψών Χίου, που Τον τιμά ιδιαίτερα και Τον θεωρεί Προστάτη της. 

Πρώτος Ναός του Οσίου Νικηφόρου του Χίου ή Καρδαμύλιου ή Νεαμονήσιου ανεγέρθηκε στη γενέτειρά του, τα Καρδάμυλα, από τις εισφορές των Καρδαμυλίων της Αμερικής. 

Βιβλιογραφία : Ν. Χιακόν Λειμωνάριον, επιμ. Γεραζούνη Χριστοφόρου, 1930 σελ.197-204. Ν. Χιακόν Λειμωνάριον Μίχαλου Αμβροσίου,1992, σελ. 255-260. Θρησκευτ. & Ηθική Εγκυκλοπαι8εία, τόμ. 9, σελ. 478. Γενικ. Παγκόσμιος Εγκυκλοπαιδεία, τόμ. 10, σελ. 510. Χιακόν Αγιολόγιον εκ του Ημερολογίου της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου 1990. Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Ματθαίου Λαγγή Αθήναι 1999, τόμ.Ε΄, σελ.55-63. Ανδρεάδου Ιωάννου, Αρχιμ. Ιστορία της εν Χίω Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ζολώτα Γεωργίου, Ιστορία της Χίου, τόμ.3 μέρ. Α σελ. 549-552. Λάμπρου Σπυρίδ. Νέος Έλληνομνήμων, ΙΣΤ', σελ. 468. Ρεtit Louis, Bibliograghies des Acolouthies Grècques, σελ. 207-208. Σωφρονίου πρ. Λεοντοπόλεως, Αγιολόγιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας σελ. 355-356.Τρεχάκη Κυρίλλου, Ακολουθία Οσίου Νικηφόρου. Χαλκιά- Στεφάνου Πόπης, Οι Άγιοι της Χίου, Αθήνα ΕΠΤΑΛΟΦΟΣ, σελ.183-194. Χωρεάνθη Κώστα, Χίος- Ημερολόγιο 1972.

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΝΘΙΜΟΣ ΤΗΣ ΧΙΟΥ (1869-1960)


Από τα Καρδάμυλα καταγόταν το χαρισματικό παιδί που γεννήθηκε την 1η Ιουλίου του 1869 και ως φωτεινός αστέρας διέλαμψε στο ουράνιο στερέωμα της Ορθοδοξίας.

Οι γονείς του ο Κωνσταντίνος και η Αγγεριώ ήταν άνθρωποι ευσεβείς και ενάρετοι. Στο τρίτο και υστερότοκο παιδί τους - μετά τον Νικόλαο και την Καλλιόπη - έδωσαν το όνομα Αργύριος, που καταξιώθηκε από βρέφος ακόμη της Θείας Χάριτος. Σύμφωνα με μαρτυρία των δικών του έβλεπαν επάνω από την κλίνη του μικρού, μέσα από ελλάμψεις Θείου Φωτός, τη Θεοτόκο να σκεπάζει το παιδί με βασιλική πορφύρα.

Δεν είναι γνωστό, γιατί ο μικρός Αργύριος δεν έμαθε περισσότερα γράμματα από εκείνα του δημοτικού σχολείου. Αναμφισβήτητο, πάντως, είναι ότι έζησε και ανδρώθηκε με τον απόηχο των μεγάλων σφαγών του νησιού από τους Τούρκους και με ένα Χριστιανισμό, ζυμωμένο από το αίμα και τους ασκητικούς αγώνες μεγάλων μορφών και Αγίων που ελάμπρυναν και αγίασαν τη μυροβόλο Χίο· και φυσικό ήταν να τον επηρεάσουν.

Από την παιδική του ηλικία ο Αργύριος ασκούσε τον εαυτόν του στη νηστεία και την προσευχή. Όταν μεγάλωσε αποφάσισε να γίνει μοναχός. Για τον σκοπό αυτό αποτάνθηκε στον Γέροντα Παχώμιο, Ηγούμενο της Σκήτης των Αγίων Πατέρων, ο οποίος υπήρξε και πνευματικός καθοδηγητής του Αγίου Νεκταρίου Πενταπόλεως. Ο πνευματικός του, εκτιμώντας ιδιαίτερα τον ενάρετο βίο του, τον διόρισε σε ηλικία είκοσι ετών μικρόσχημο μοναχό και τον μετονόμασε από Αργύριο σε Άνθιμο, για να ευωδιάζει με την πνευματική ευωδία από τα ωραία άνθη των αρετών του.

Για την οξύνοια και ευστροφία του, τού ανατέθηκε η επιστασία της οικοδόμησης της Ι.Μονής των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο Φραγκοβούνι. Ο υπέρμετρος όμως ζήλος του μαζί με την εξαντλητική νηστεία και άσκηση εξασθένησαν τόσο πολύ τον νεαρό μοναχό, ώστε αρρώστησε βαρειά. Χρειάστηκε, για περισσότερη θεραπεία και άσκηση, να επιστρέψει στο πατρικό του σπίτι, στα Λιβάδια.

Μεγαλόσχημος μοναχός χειροτονήθηκε από τον διάδοχο του Ηγουμένου Παχωμίου, τον Ανδρόνικο Καραβάνα στις 25 Ιουλίου 1909 σε ηλικία 40 ετών. Προστάτιδα και καταφυγή του πάντοτε ο μοναχός Άνθιμος είχε την Εικόνα της Παναγίας της Βοηθείας, την οποία παρέλαβε από την μητέρα του κι εκείνη από την δική της και την οποία ποτέ δεν αποχωριζόταν.

Με την πάροδο του χρόνου ο ενάρετος βίος του μοναχού και η θαυματουργή Εικόνα της Θεοτόκου έγινε ο τόπος προσφυγής κάθε πονεμένου. Μπροστά στην Ιερή Εικόνα της Παναγίας της Βοηθείας απέθεταν οι πιστοί τον πόνο τους. Με τις νουθεσίες του μοναχού Ανθίμου φρονιματίζονταν, μετανοούσαν, ανακούφιζαν την ψυχήν τους, μάθαιναν να προσεύχονται και να αγωνίζονται κατά των παθών και των δαιμόνων. Στη συνέχεια όμως ζητούσαν να εξομολογηθούν. Αλλά ο Άνθιμος δεν είχε ιερωσύνη, ώστε να μπορεί να τελεί το Μυστήριο της Εξομολογήσεως. Και επειδή οι γραμματικές του γνώσεις ήταν φτωχές και επειδή αγνοούσε τη γλώσσα της Εκκλησίας, ο Μητροπολίτης Χίου, Ιερώνυμος Γοργίας (1908-1931) δεν ανταποκρίθηκε στις επίμονες προσπάθειες του φιλόχριστου λαού της Χίου, που υποστήριζε ότι μια τέτοια χαρισματική φυσιογνωμία δεν έπρεπε να μένει απλός μοναχός. 

Ιερέας χειροτονείται στη Σμύρνη 

Οδηγούμενος από Θεία Οικονομία ο μοναχός Άνθιμος πηγαίνει τους πρώτους μήνες του 1910 στο Αδραμύττι της Σμύρνης, για να μάθει γράμματα. Εκεί έχει την τύχη να αναλάβει, κατά προτροπή της Καρδαμυλίτισσας εξαδέλφης του Λουκίας Διοματάρη, την προετοιμασία του ο έμπειρος και σοφός διδάσκαλος Καρακατσάνης. Έπειτα με εντολή του Μητροπολίτη Εφέσου ο μοναχός Άνθι-μος χειροτονείται Ιερέας στη Σμύρνη από τον βοηθό Επίσκοπο Δηλανά. Τη χειροτονία του επισφράγιζει η Θεïκή Παρουσία. Τη στιγμή που το εκκλησίασμα απαντά «Άξιος» ένας δυνατός σεισμός τραντάζει συθέμελα τον Ναό και την περιοχή. Ο ουρανός μαυρίζει και το σύμπαν αναστατώνεται. Με την ταλάντωση των καντηλιών, μια καντήλα πέφτει μπροστά στα πόδια του νεοχειροτονηθέντος Ανθίμου. Και τότε, μεμιάς, όλα σταματούν. Την κοσμοχαλασιά διαδέχεται η σιωπηλή γαλήνη. Και ο παπα - Άνθιμος κλαίει. Ο Θεός επιδοκιμάζει τη χειροτονία του!

Μετά από παραμονή ενός χρόνου στον τόπο που χειροτονήθηκε αποφασίζει να επισκεφθεί, για περισσότερη γνώση και ψυχική ωφέλεια, τα ιερά προσκυνήματα του Αγίου Όρους. Στον αγιασμένο αυτόν τόπο, επιλύει τις απορίες του για την εκκλησιαστική και μοναστική ζωή και αυξάνει τον πνευματικό του πλούτο. Με την επιστροφή στη γενέτειρά του προσφέρει την αγάπη του στους αδελφούς που μαστίζονται από τη φοβερή λέπρα. Στο Ναό του Λεπροκομείου Χίου Άγιος Λάζαρος ο νεαρός Λειτουργός του Υψίστου τελεί τώρα τη Θεία Λειτουργία και προσπαθεί να απαλύνει τον πόνο των ασθενών. Στοργικά σκύβει με τη Χάρη του Θεού στο προσκέφαλό τους, καθαρίζει τις δυσώδεις πληγές τους, συζητεί μαζί τους και συντρώγει σε κοινή τράπεζα δίπλα τους. Κι εκείνοι, οι πολυάριθμοι λεπροί του Ιδρύματος, βρίσκουν στο πρόσωπό του τον στοργικό πατέρα, τον προστάτη τους, που τούς αγκαλιάζει με αγάπη κι αφοσίωση. Γίνεται πρότυπο διακονίας και θυσίας προς όλους. Εφαρμόζει με ακρίβεια στη ζωή του το Ευαγγέλιο του Χριστού. Κι ευγνωμονεί τον Θεό για τις πολύτιμες ευεργεσίες Του.. 

Έτσι, πολύ γρήγορα το Λωβοκομείο, όπως συνηθιζόταν να λέγεται τότε το Λεπροκομείο Χίου, με την ακούραστη συνεργασία και την προσωπική εργασία του παπα - Ανθίμου επικρατεί η οργάνωση και η τάξη. Από τόπον οδύνης μεταβάλλεται σε ήρεμο Παράδεισο, όπου μόνον Ύμνοι και Ψαλμωδίες ακούγονται. Οι συμβουλευτικοί και σοφοί λόγοι του ιερέα Ανθίμου σκορπίζουν φως και αισιοδοξία. Οι κατανυχτικές Λειτουργίες του στο Ναό του Ιδρύματος αναπαύουν, ευφραίνουν τους ασθενείς, τούς φέρνουν ψυχική ανάταση κι ελπίδες, τούς οδηγούν κοντά στο Θεό. Πολλοί μεταλαμβάνουν τακτικά. Άλλοι ενδύονται το μοναχικό σχήμα, όπως ο εκ Κρήτης Νικηφόρος Τζανακάκης που μετέπειτα αγίασε, ο Όσιος Νικηφόρος ο Λεπρός, ο Άγιος των Λεπρών.

Το Λωβοκομείο της Χίου γίνεται τώρα κέντρο όλων των χανσενικών όχι μόνο του νησιού, αλλά και της ευρύτερης περιοχής και της Ελλάδας· κέντρο όχι μόνον για τη θεραπεία του σώματος, αλλά και της ψυχής· γιατί το «παπαδάκι του Λωβοκομείου», όπως τον αποκαλούσαν, θεράπευε πρώτα τη ψυχική λέπρα.

Στον μεγάλο αγώνα του για τον ανθρώπινο πόνο ο παπα-Άνθιμος καταφεύγει πάντοτε στην Εικόνα της Παναγίας της Βοηθείας. Γονατίζει μπροστά Της και προσεύχεται μέρα και νύκτα. Ζητεί τη συμπαράσταση κι ενίσχυσή Της για το δύσκολο έργο του.

Πολλοί ασθενείς στον πατέρα Άνθιμο καταφεύγουν για τη θεραπεία πολλών νοσημάτων. Κι εκείνος ακούει πρόθυμα τον πόνο τους και χρησιμοποιεί τις εμπειρικές του γνώσεις από την πλούσια χλωρίδα της Χίου. Όταν όμως τύχαιναν περιπτώσεις που ξέφευγαν από τα γνωστά του γιατροσόφια, μαζί με τις ευχές και τα σταυρώματα, έστελνε ο ίδιος τους αρρώστους στους ειδικούς γιατρούς, δίνοντάς τους πολλές φορές και χρήματα για την επίσκεψη Πολύ συχνά έδινε ακόμη χρήματα και για την αγορά φαρμάκων. Εργάζεται άοκνα για το ποίμνιό του. Συντρέχει σε κάθε πονεμένο που χρειάζεται βοήθεια. Επισκέπτεται φυλακισμένους, εξομολογεί, ιερουργεί, ελεεί πτωχούς, ανακουφίζει τον πόνο. Συμβουλεύει με την αγάπη και τις νουθεσίες ακόμη και γραπτώς τους χριστιανούς σε όλα τα μέρη του κόσμου. 

Διακαής ο πόθος του για ανέγερση Μονής 

Ο Ιερομόναχος Άνθιμος εγνώριζε ότι τα μοναστήρια αποτελούν την καρδιά της Ορθοδοξίας. Από νεαρής ηλικίας είχε οραματισθεί την ίδρυση Μονής. Για να στεγάσει τις μοναχές που ξεριζώθηκαν με τον μικρασιατικό διωγμό του 1914 και του 1922 αποφάσισε να πραγματοποιήσει το όραμά του. Προπάντων όμως ήθελε να αποθησαυρίσει την θαυματουργή Εικόνα της Παναγίας της Βοηθείας, την οποία στο διάστημα αυτό είχε ασημοστολίσει και χρυσοστολίσει. 

Μετά από αναρίθμητες δυσκολίες για την εξεύρεση χώρου και την έκδοση της αδείας της οικοδομής τελεί ο ίδιος τον Αγιασμό των θεμελίων της Μονής στις 19 Φεβρουαρίου του 1928, λίγα χιλιόμετρα βορείως της πόλεως της Χίου.

Με ένθεο ενθουσιασμό και ζήλο στέκεται κοντά του ο ευσεβής χιακός λαός και βοηθεί με όλες του τις δυνάμεις αυτή την προσπάθεια τού πατέρα Ανθίμου. Άλλοι τού προσφέρουν τον πενιχρό οβολό τους· πλούσιοι ευπατρίδες δίνουν τις δικές τους εισφορές και άλλοι τον ιδρώτα της εργασίας τους. Άνδρες και γυναίκες εργάζονται ακούραστα, ακόμη και τις Κυριακές και τις Αργίες. Οι μοναχές γεμάτες χαρά, αποθέτουν για το κτίσιμο της Μονής όλη τη χρηματική τους περιουσία και ταυτόχρονα εργάζονται σαν φιλόπονες μέλισσες, μεταφέροντας πέτρες, κοσκινίζοντας χώμα και σβήνοντας λάσπη. 

Κάποια εμπόδια που παρουσιάζονται στην πορεία από την ασέβεια μερικών ανθρώπων, ξεπερνούνται με τη βοήθεια της Υπεραγίας Θεοτόκου, την αμετάβλητη δύναμη της ψυχής του Ιερομονάχου και την ακλόνητη πίστη του. 

Η Μονή, καστρομονάστηρο πραγματικό, με την καθοδήγηση και προστασία της Υπεραγίας Θεοτόκου, περατώθηκε μέσα σε δύο χρόνια. Εκτός από το περικαλλές βυζαντινού ρυθμού Καθολικό που βρίσκεται στο μέσον των κτισμάτων, στο συγκρότημα των οικοδομημάτων, που υπάγονται στη Μονή, ανήκει μεγάλος αριθμός κελλιών, ευμεγέθης τραπεζαρία, μαγειρείο, ξενώνες, εργαστήρια, νοσοκομείο, φούρνος, αποθήκες, βοηθητικοί χώροι.

Ιερός Παρθενών Παναγίας Βοηθείας

Στις 30 Μαρτίου του 1930 με κατανυχτική τελετή τοποθετείται πανηγυρικά, όπως ταιριάζει στη Βασίλισσα των Ουρανών, στο Καθολικό της Μονής η Εικόνα της Παναγίας της Βοηθείας.

Και τότε, μετά από είκοσι χρόνια διακονίας στο Λωβοκομείο Χίου ο Ιερομόναχος Άνθιμος αποχωρεί από αυτό κι εγκαταβιώνει στη Μονή που έκτισε. Το Μοναστήρι αφιερώνει στην Υπεραγία Θεοτόκο. Το ονομάζει «Ιερός Παρθενών Παναγίας της Βοηθείας». 

Και τότε μετά από είκοσι χρόνια διακονίας στο Λωβοκομείο Χίου ο Ιερομόναχος Άνθιμος αποχωρεί από αυτό κι εγκαταβιώνει στη Μονή που έκτισε. Τα Μοναστήρι αφιερώνει στην Υπεραγία Θεοτόκο. Το ονομάζει « Ιερός Παρθενών Παναγίας της Βοηθείας».

Το Μοναστήρι λειτούργησε με κοινοβιακό σύστημα. Η πρώτη Ηγουμένη Ευπραξία Γλύκα φροντίζει τις μοναχές, ώστε παράλληλα με την προσευχή, τη νηστεία και τις αγρυπνίες να εργάζονται και στα εργαστήρια της ζωγραφικής, της πλεκτικής, της ραπτικής, του κεντήματος και της υφαντουργίας. 

Κι εδώ, ο Ιερός Παρθενών της Παναγίας της Βοηθείας γίνεται το πνευματικό καταφύγιο «πάσης ψυχής θλιβομένης»· το αληθινό λιμάνι στις τρικυμίες του βίου και άγκυρα ελπίδας. Πλήθος πιστών συρρέουν καθημερινά στη Μονή, για να ζητήσουν τη βοήθεια της Παναγίας. Κάθε κουρασμένος στρατοκόπος της ζωής στο Μοναστήρι της Παναγίας τρέχει και από τον πατέρα Άνθιμο ζητεί την Ευλογία Της. Κι εκείνος προσφέρει απλόχερα, σε όλους, χριστιανούς και Τούρκους και Εβραίους, την πνευματική και υλική του στήριξη. Όλους τούς δέχεται και τούς φροντίζει με την ίδια φροντίδα και αγάπη, για να τούς οδηγήσει στο δρόμο της αρετής.

Ο Ιερομόναχος Άνθιμος είναι ακόμη και φλογερός πατριώτης. Δεν έζησε μόνο τη φοβερή τυραννία της τουρκοκρατίας· δεν αγωνίσθηκε μόνο για το βασανισμένο Γένος, αλλά συμμετείχε και στον αγώνα της Ελλάδας κατά του Γερμανού κατακτητή τα έτη 1940-1944. Εμψυχώνει και στηρίζει ακόμη και με δικές του δυνάμεις τους στρατευμένους και τούς παρέχει οικονομική ενίσχυση και συμβουλές άλλοτε με την παρουσία του και άλλοτε με επιστολές. Προπάντων όμως βρίσκεται κοντά στους πολεμιστές με τις δεήσεις και τις ικεσίες του στην Υπέρμαχο Στρατηγό.

Το φωτεινό αστέρι φτερουγίζει στον ουρανό

Επί επτά δεκαετίες η αγιασμένη μορφή του αγιασμένου λευΐτη Ανθίμου εκάλυψε με την πνευματική του παρουσία τη νήσο Χίο. Στο διάστημα αυτό, όπως ο ίδιος εξομολογήθηκε, ούτε ψωμί εχόρτασε, ούτε ύπνο, χαρακτηριστικό δείγμα του ανθρώπου που έβαλε σκοπό στη ζωή του να δίνει, να δίνει χωρίς να παίρνει.

Τώρα, πλέον, χρόνος πολύς συσσωρεύτηκε στο ασκητικό του σώμα. Η μακροχρόνια αρρώστεια του έφτασε στο απροχώρητο. Εδώ και χρόνια ο θεράποντας ιατρός της Μονής δηλώνει ότι Ανωτέρα Δύναμις τον συγκρατεί στη ζωή. Το πρωί της 27ης Ιανουαρίου του 1960, υποβασταζόμενος και με δυσκολία, καταφέρνει να προσέλθει στον Ναό και να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων. Στην 1η Φεβρουαρίου του 1960 καλεί τις μοναχές στο κελλί του και, αφού ζητεί συγχώρεση από όλες, τις ευχαριστεί που δέχθηκαν να μείνουν κοντά του, τούς δίνει συμβουλές και τις παρακαλεί να είναι αγαπημένες, να σέβονται τη Μονή και να προσεύχονται για την αμαρτωλή ψυχή του. 

Από κείνη την ώρα ο Γέροντας Άνθιμος μένει στο κρεββάτι του, υποφέροντας βαρειά από το νόσημά του. Ο ευσεβής χιακός λαός πληροφορείται με θλίψη την ασθένεια του Γέροντα της Μονής της Παναγίας της Βοήθειας. Ευθύς, ένας μεγάλος αριθμός κληρικών και λαïκών τρέχει κοντά του, για να τού συμπαρασταθεί και να πάρει την Ευλογία του. 

Στις 13 Φεβρουαρίου ο Μητροπολίτης Χίου Παντελεήμων Φωστίνης τελεί στη Μονή Ευχέλαιο για τον ασθενούντα Γέροντα. Κατά την αναχώρησή του ο πατέρας Άνθιμος, που έβλεπε το τέλος του να έρχεται, τού λέγει: «Φεύγω, εύχεσθε υπέρ εμού».

Στις 15 Φεβρουαρίου του 1960, πριν ακόμη ο ήλιος ανατείλει ο Φωστήρας, ο Ποδηγέτης Γέροντας Άνθιμος παραδίδει το Πνεύμα του στα χέρια τού Θεού σε ηλικία 91 ετών. 

Το φωτεινό αστέρι που φτερούγισε στους ουράνιους αιθέρες και κατατάχθηκε στα παραδείσια σκηνώματα της Θριαμβεύουσας Εκκλησίας τίμησε η Στρατευομένη και κατεχώρησε με απόφαση του Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου Α΄ στους Οσίους. Ημέρα μνήμης και τιμής τού Οσίου Ανθίμου η 15η Φεβρουαρίου.

Η φήμη του Οσίου Ανθίμου του Χίου γρήγορα με τα θαύματα που επιτέλεσε και επιτελεί ξεπέρασε τα όρια του νησιού του, τα όρια της Ελλάδος, απλώθηκε στα πέρατα του κόσμου, από όπου συρρέουν πλήθη πιστών, για να Τον προσκυνήσουν και να ζητήσουν τη βοήθεια και μεσιτεία Του προς την Υπεραγία Θεοτόκο.

Στο νησί Του, στα πατρικά Του κτήματα, στα Λιβάδια της πολεως Χίου, κτίσθηκε από τους ευσεβείς συγγενείς Του ο πρώτος Ναός, αφιερωμένος στη αγία μνήμη Του· το παρεκκλήσιο στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Ρίο, στην Πάτρα, είναι αφιερωμένο στον αγιασμένο Γέροντα των λεπρών, ενώ το Νοσοκομείο των Πατρών επήρε την επωνυμία «Παναγία η Βοήθεια». Στην Αθήνα οι ευσεβείς χριστιανοί που τιμούν τη μνήμη Του φιλοξενούνται σε διάφορους Ναούς στις 15 Φεβρουαρίου, όπου τελούν πανηγυρική Θεία Λειτουργία.

Ευκταίο θα ήταν να οικοδομηθούν και στον τόπο καταγωγής του Αγίου, στα Καρδάμυλα, και στο Λεκανοπέδιο της Αττικής, Ναοί προς τιμή του Αγίου Ανθίμου του Χίου. Κι ακόμη να θεσπισθεί και να τελείται και στην Αττική την ημέρα της Ιερής Του μνήμης Παγχιακό Προσκύνημα . 

Βιβλιογραφία: Θεοκλήτου Διονυσιάτου μοναχού, Ο Άγιος Άνθιμος της Χίου ο Θαυματουργός., Έκδ.Ι.Παρθενώνος Παναγίας της Βοηθείας, Ο Γέροντας, 1970 &1962. Έκδ.Ι.Παρθενώνος Παναγίας της Βοηθείας Ο Γέροντας Αρχιμανδρίτης Άνθιμος Βαγιάνος 1869-1960. Εισήγηση Μητροπολίτου Χίου Διονυσίου Δ΄στην Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος για την κατάταξη του πατρός Ανθίμου στο Αγιολόγιον Ορθ.Εκκλησίας. ΚΑΡΔΑΜΥΛΑ εφημ. αριθμ. φύλ. 402,404,405,1992.-Προσωπικές μαρτυρίες της Ηγουμένης . Παρθενώνος Παναγίας της Βοηθείας Βρυαίνης.

Δεν υπάρχουν σχόλια: